Παρασκευή 11 Μαρτίου 2011

Η ΕΛΕ και ο ΤΥΠΟΣ

Η ελληνική πρωτοβουλία για τη σύσταση Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου (ΕΛΕ) του συσσωρευμένου δημόσιου χρέους δημιουργήθηκε στα χνάρια ανάλογων πρωτοβουλιών χωρών της Λατινικής Αμερικής και όπως και οι πρότυπες κινήσεις, φιλοδοξεί να προσλάβει λαϊκό και κινηματικό χαρακτήρα, πέρα και έξω από τις συνήθεις εξεταστικές επιτροπές της βουλής ή ανάλογες επιτροπές «σοφών», που σε αντιπερισπασμό θα μπορούσαν να συγκροτηθούν από τα «πάνω».

Η πρωτοβουλία έκανε ντεμπούτο στις 3 του Μάρτη, με συνέντευξη τύπου στα γραφεία της ΕΣΗΕΑ, μπροστά σε κατάμεστη αίθουσα και σε ενθουσιώδες, εμφανώς υποστηρικτικό ακροατήριο, με διάθεση συνεισφοράς και συμμετοχής.

Η ανταπόκριση του ελληνικού και διεθνούς τύπου, (εφημερίδες και ηλεκτρονικά μέσα), υπήρξε αρκετά ενθαρρυντική, ενώ η έκταση που δόθηκε, για ευνόητους λόγους, από τα ιρλανδικά μέσα ήταν ανέλπιστα μεγάλη.

Ενδεικτικά, θ’ αναφερθούμε στο δημοσίευμα των Irish Times, (4/3/2011), το οποίο εκτιμά ότι μια τέτοια προσπάθεια θα μπορούσε κάλλιστα ν’ απλωθεί και στην Ιρλανδία, ενώ στη συνέχεια, επισημαίνει το γεγονός ότι ιρλανδοί πανεπιστημιακοί, συγγραφείς και ακτιβιστές, όπως ο συγγραφέας Fintan O’Toole και ο πρώην βοηθός γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Denis Halliday, έσπευσαν εξ αρχής να υποστηρίξουν την ελληνική προσπάθεια, υπογράφοντας την έκκληση.

Ιδιαίτερα εκτενή αναφορά κάνει και ο δημοφιλής ιρλανδός οικονομολόγος, συγγραφέας και ραδιοφωνικός παραγωγός David McWilliams, ο οποίος, μαζί με το αλά Ισλανδία δημοψήφισμα, κατατάσσει την ΕΛΕ στα σημαντικότερα διαπραγματευτικά όπλα για τη διαγραφή του χρέους. Σπεύδει δε να υπενθυμίσει στους Γερμανούς την ώθηση που είχε δώσει στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας τους η διαγραφή το 1953, στα πλαίσια του Σχεδίου Μάρσαλ, του μισού γερμανικού χρέους από τα οφειλόμενα εκ της συνθήκης των Βερσαλλιών. Χαρακτηρίζει την ελληνική προσπάθεια, την πρώτη του είδους της στην Ευρώπη και συνεχίζει ρωτώντας, πως, αν το ελληνικό χρέος ήταν υποτίθεται στο όνομα του ελληνικού λαού, το χρέος των ιρλανδικών τραπεζών που χρεοκόπησαν, σε ποιανού το όνομα ήταν; Καταλήγει δε, με ένα «Why not go for it?».
Το Irish Left Review χαιρετίζει θερμά την προσπάθεια ΕΛΕ, και παρουσιάζει την πλήρη λίστα των14 Ιρλανδών που υπέγραψαν, μεταξύ των οποίων ο πρόεδρος του τεχνικού επιμελητηρίου της Ιρλανδίας, ο πρόεδρος της ένωσης εργατικών σωματείων UNITE, καθώς και πάρα πολλοί πανεπιστημιακοί.
Η ΕΛΕ είχε επίσης την υποστήριξη της ομάδας Action from Ireland (Afri) η οποία δραστηριοποιείται σε θέματα φτώχειας, δικαιοσύνης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο πρόεδρος της Afri, Andy Storey, δήλωσε ότι λογιστικός έλεγχος θα έπρεπε να διεξαχθεί και στην Ιρλανδία, αναφέρθηκε δε σε συγκεκριμένα παραδείγματα διάσωσης τραπεζών και δη της χρεοκοπημένης Anglo-Irish.
Εκτεταμένες αναφορές είχε το ιρλανδικό Indymedia και το think tank progressive-economy@tasc, δίκτυο προοδευτικών οικονομολόγων.

Από πλευράς αγγλικού τύπου είχαμε το άρθρο του Κ. Λαπαβίτσα στον Guardian, ( ), αλλά δεν διέλαθε και της προσοχής των Financial Times, όπου η ΕΛΕ παρουσιάστηκε στα πλαίσια άρθρου του Alphaville, (4/3/2011), με τίτλο «Interesting, odd and odious sovereign debt ideas».
Ο ισπανικός τύπος τίμησε την πρωτοβουλία με δυο άρθρα στην Εl Pais και την LaVanguardia αντίστοιχα. Το ίδιο και οι Πορτογάλοι με άρθρο στην Jornal de Negocios.
Η ΕΛΕ απασχόλησε και την Ναόμι Κλάιν, η οποία με την ευκαιρία αυτή αφιέρωσε στο πρόβλημα χρέους της Ελλάδας, εκτεταμένο άρθρο με τίτλο «Greece’s People Start To Reclaim Their Economy».
Στην ΕΛΕ αναφέρθηκε και ο Εuro-Οbserver, από τις Βρυξέλλες, με άρθρο υπό τον τίτλο «Pressure grows for independent audit of Greek debt». Καθώς επίσης και το Monthly Review, με το άρθρο του «Call for an Audit Commission on Greek Public Debt».
Δεν χρειάζεται να πούμε ότι στην ΕΛΕ αναφέρθηκαν εκτενώς και οι οργανισμοί ενάντια στο χρέος του τρίτου κόσμου, όπως CADTM, JUBILEE, EURODAD, καθώς επίσης και η οργάνωση ATTAC.
Από την ελληνική πλευρά υπήρξαν δημοσιεύματα σε όλες σχεδόν τις εφημερίδες, στην έντυπη ή ηλεκτρονική τους μορφή, όπως στο ΒΗΜΑ, ΤΑ ΝΕΑ, Ελευθεροτυπία, Καθημερινή, ΑΥΓΗ, Ποντίκι, ΠΡΙΝ, Δρόμος της Αριστεράς, ΕΠΟΧΗ, Ημερησία, ΕΞΠΡΕΣ, Ναυτεμπορική, Athensnews, στα sites Sofokleous 10, euro2day, skai TVXS, in.gr, zougla, Olympia, και άλλα πολλά.

Ιδιαίτερη μνεία θα κάνουμε στον Εθνικό Κήρυκα της Ν. Υόρκης, όπως και στην ιστοσελίδα των Οικολόγων Πράσινων.

Και τέλος τέλος στα δεκάδες ξένα, και εκατοντάδες ελληνικά blogs και sites που από τον Έβρο ως την Κρήτη, και από την Ήπειρο ως τη Μυτιλήνη προέβαλαν την είδηση.

ΕΛΕ. Ένα βήμα μπρος ή κατρακύλα στον γκρεμό



Θεμιστοκλή Δελβιζόπουλου
 

Στην αρχή, όταν πρωτοδιατυπώθηκε η πρόταση για την δημιουργία της επιτροπής λογιστικού ελέγχου του δημόσιου χρέους, φάνηκε εκ πρώτης όψεως ότι μπορούσε να αφορά και ζητήματα τακτικής. Αφορά δηλαδή την ανάγκη κατανόησης, από την μεριά της εργατικής τάξης, αλλά και ευρύτερων στρωμάτων που πλήττονται από την λαίλαπα της επίθεσης της ελληνικής κυβέρνησης,  του προβλήματος του χρέους και πώς αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί καλύτερα. Και όσο η άποψη αυτή εκπορευόταν από κύκλους αστών οικονομολόγων ή μικροαστικά καθηγητικά μαυσωλεία δεν είχε και τόσο μεγάλη σημασία. Όταν όμως αυτό αρχίζει να γίνεται έμμονη ιδέα σε μαρξιστικούς κύκλους και οργανώσεις το ζήτημα παίρνει άλλο χαρακτήρα.

Πραγματικά είναι απορίας άξιον πώς μια σειρά οργανώσεις, που μέχρι χθες υπεράσπιζαν με πάθος την άρνηση πληρωμής του χρέους, υποχώρησαν σήμερα στην προώθηση μιας αμφισβητούμενης υπόθεσης όπως είναι η ΕΛΕ. Τι συμβαίνει; Γιατί όλα αυτά τα ζικ-ζακ και οι απότομες στροφές στις πολιτικές θέσεις, οι οποίες αντί να ξεκαθαρίζουν προκαλούν μεγαλύτερη σύγχυση στους οπαδούς τους;

Τίποτε, όμως, δεν είναι παράξενο. Φαίνεται πως όπως στην αρχή μπήκαν χωρίς κατανόηση στο ζήτημα της υπεράσπισης της άρνησης πληρωμής χρέους, έτσι και σήμερα προσπαθούν να μας πείσουν να προπαγανδίσουμε μια θέση χωρίς καν να μπαίνουν στο κόπο να εξηγήσουν αν αυτό αφορά ζητήματα τακτικής η στρατηγικής. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να καταλάβουμε μόνοι μας τι συμβαίνει.

Το μονοσέλιδο που κυκλοφόρησαν λίγο καιρό πριν ξεκινήσουν την προσπάθεια για τη δημιουργία επιτροπής λογιστικού ελέγχου, θα μας βοηθήσει για μια προσέγγιση.

Στην πρώτη παράγραφο παίρνουμε μια ιδέα. Γράφουν: «η τρέχουσα πολιτική της ΕΕ και του ΔΝΤ για την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους έχει επιφέρει μεγάλο κοινωνικό κόστος στην Ελλάδα. Κατά συνέπεια ο ελληνικός λαός έχει δημοκρατικό δικαίωμα να απαιτήσει πλήρη πληροφόρηση όσον αφορά το χρέος που είναι δημόσιο, η εγγυημένο από το κράτος».

Εδώ το ζήτημα τακτικής είναι φανερό, κανένας δεν μπορεί να διαφωνήσει. Όσο μεγαλώνει το «κοινωνικό κόστος» τόσο περισσότερες μάζες, από όλες τις κοινωνικές τάξεις που πλήττονται από τα μέτρα, θα μπαίνουν στον αγώνα, με το δημοκρατικό δικαίωμα να απαιτήσουν να μάθουν πως δημιουργήθηκε αυτό το χρέος. Είναι όμως έτσι;

Για να το καταλάβουμε πρέπει να παραθέσουμε τη δεύτερη παράγραφο ολόκληρη.

«Ο σκοπός της ΕΛΕ θα είναι η εξακρίβωση των αιτίων του δημόσιου χρέους, των όρων με τους οποίους έχει συναφθεί, καθώς και η χρήση των δανείων. Στη βάση των συμπερασμάτων της η ΕΛΕ θα διαμορφώσει κατάλληλες προτάσεις για την αντιμετώπιση του χρέους, συμπεριλαμβανομένου του χρέους που θα αποδειχτεί παράνομο, μη νομιμοποιημένο, ή απεχθές. Η επιδίωξη της ΕΛΕ θα είναι να συνδράμει την Ελλάδα ώστε να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αντιμετωπίσει το βάρος του χρέους, επιτρέποντας παράλληλα στη χώρα να διαπραγματευτεί καλύτερα με τους πιστωτές της. Τέλος η ΕΛΕ θα επιχειρήσει να διαπιστώσει ευθύνες για τις προβληματικές συμβάσεις χρέους».

Εδώ πια είναι φανερό! Η τακτική υποχώρησε σε στρατηγική και μαζί με αυτήν η ιδεολογία κατρακύλησε στην υπεράσπιση της αστικής οικονομίας και κατ’ επέκταση στην υπεράσπιση της αστικής ιδεολογίας. Το χρέος υπάρχει! Πρέπει να το αναγνωρίσουμε! Θα πρέπει απλώς να λάβουμε τα κατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπίσουμε το βάρος του. Αρκεί να εξακριβωθούν τα αίτιά του έτσι ώστε να μπορέσουμε, με κατάλληλες προτάσεις, να το αντιμετωπίσουμε. Η ΕΛΕ μπορεί να μας συνδράμει έτσι ώστε να διαπραγματευτούμε καλύτερα με τους πιστωτές μας.
Θαυμάσιος προβληματισμός! Ποιος μπορεί να μας εξηγήσει, όμως, πού διαφέρει αυτή η προβληματική από τις φωνές μερίδας αστών, αλλά και αστών οικονομολόγων τύπου Βεργόπουλου που διαφωνούν με την πολική του ΓΑΠ; Πού διαφέρει αυτός ο προβληματισμός από τις παροτρύνσεις - προτάσεις ρεφορμιστών, τύπου Δραγασάκη ή Μηλιού, περί δυνατότητας αποπληρωμής του χρέους μέσω αναδιαπραγμάτευσης?

Αλήθεια η κρίση χρέους που μαστίζει σήμερα την καρδιά του ανεπτυγμένου καπιταλισμού πρέπει να αντιμετωπιστεί με έλεγχο, έστω και δημόσιο, επειδή επιφέρει «μεγάλο κοινωνικό κόστος» στους λαούς του;  Η επόμενη παράγραφος δεν μας βοηθάει και πολύ για να καταλάβουμε. Μένει μόνο στις διαπιστώσεις γεγονότων και όχι στην ανάλυση των αιτίων.
Η πραγματικότητα είναι ότι ναι! Όσα «μέτρα» και αν παρθούν δεν θα «καταφέρουν να καθησυχάσουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές», ούτε τα «επιτόκια δανεισμού θα πέσουν», γιατί το πρόβλημα είναι ακριβώς εκεί. Είναι στις χρηματοπιστωτικές αγορές που δεν πρόκειται να ησυχάσουν. Το πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς στο τεράστιο πλεόνασμα πλασματικού χρήματος που απομυζεί κάθε ικμάδα από το σύστημα και αφαιρεί κάθε δυνατότητα παραγωγικής ανάπτυξης. Η ανάγκη κερδοφορίας αυτού του τέρατος σπρώχνει λαούς ολόκληρους στον όλεθρο, αναγκάζοντάς τους να καταθέτουν στο βωμό της εξυπηρέτησης του χρέους, το σύνολο της παραγωγικής τους δύναμης μαζί με το σύνολο των πλουτοπαραγωγικών πηγών τους. Και αυτό γίνεται αδιαφορώντας αν αυτό τους οδηγεί στην καταστροφή. Αδιαφορώντας ακόμα αν με αυτό τον τρόπο συμπαρασύρει, μέσω της ύφεσης, και τον εαυτό του στον γκρεμό. Η κρίση χρέους εκδηλώνεται σήμερα για άλλη μια φορά, σε ένα πολύ μεγαλύτερο επίπεδο, σαν μια κρίση πλεονάσματος κεφαλαίου που συνυπάρχει με όλο και μεγαλύτερο πλεόνασμα εργασίας. Όσο αυτά τα δύο δεν μπορούν να συνδυαστούν στην παραγωγή τόσο τα δεινά και το « κοινωνικό κόστος» θα μεγαλώνει. Το δίλημμα που μπαίνει στην εποχή μας είναι για άλλη μια φορά ξεκάθαρο. Ή το πλεονασματικό κεφάλαιο θα καταστρέψει την εργασία και τις παραγωγικές δυνάμεις ή η εργασία θα διαγράψει το κεφάλαιο. Όλοι οι άλλοι δρόμοι οδηγούν απλώς την κοινωνία σε αυταπάτες.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι στην εποχή μας δεν χρειάζονται τακτικές, ίσα- ίσα μάλιστα. Την εποχή που τα οράματα της εργατικής τάξης έχουν καταρρεύσει, οι αστικοδημοκρατικές αυταπάτες της δεν έχουν ξεπεραστεί και οι ηγεσίες της είναι διαβρωμένες απ’ το ρεφορμισμό, τα ζητήματα τακτικής είναι κυρίαρχα. Η υπεράσπιση όλων των αστικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων της που σήμερα καταπατούνται βάναυσα από το κεφάλαιο δεν μπαίνει καν σε συζήτηση. Από αυτό όμως, μέχρι το να ελπίζουμε ότι υπάρχει η πιθανότητα, πληρώνοντας οποιοδήποτε τμήμα του χρέους αποφασίσει η ΕΛΕ, μπορεί να ξαναμπούμε στις αγκάλες της ανάπτυξης, τότε ναι, καλλιεργούμε αυταπάτες.

Χαρακτηριστικό αυτής της σύγχυσης είναι η προ τελευταία παράγραφος του φυλλαδίου. Αναφέρει συγκεκριμένα.

«Για να επιτύχει το στόχο της η ΕΛΕ θα πρέπει να έχει πλήρη πρόσβαση στις συμβάσεις δημόσιου χρέους των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών, συμπεριλαμβανομένων των εκδόσεων ομολόγων, αλλά και διμερούς, πολυμερούς, ή άλλης μορφής χρέους και κρατικών υποχρεώσεων. Θα πρέπει να έχει τις απαραίτητες αρμοδιότητες για να απαιτεί σχετικά έγγραφα, να καλεί δημόσιους λειτουργούς σε κατάθεση και να εξετάζει τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Θα πρέπει τέλος, να της δοθεί επαρκές χρονικό διάστημα για να μελετήσει τις συμβάσεις και να εξάγει το πόρισμα της»

Λαμπρά!!! Μόνο που ορισμένα ερωτήματα που χρειάζονται απάντηση αναφύονται αυτονόητα απ’ όλη αυτή την καθηκοντολογία της ΕΛΕ.

Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει αβίαστα είναι ότι η κυβέρνηση του ΓΑΠ δεν πρόκειται να προχωρήσει στην ίδρυση μιας τέτοιας επιτροπής. Πιστεύω ούτε καμία άλλη κυβέρνηση που δεν θα αισθάνεται την καυτή ανάσα του κινήματος στο σβέρκο της. Άρα συμπερασματικά μόνο μια κυβέρνηση με πιεστική εντολή από μια εξεγερμένη κοινωνία που απαιτεί δικαιοσύνη μπορεί να τη δημιουργήσει. Και προς θεού μην νομισθεί εδώ ότι μιλάμε για μια επαναστατική κυβέρνηση, αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί και κάτω από μια αμιγώς αστική κυβέρνηση. Μια απάντηση σ’ αυτό είναι αναγκαία.
Ερώτημα δεύτερο. Πόσος χρόνος πιστεύουμε ότι θα χρειαστεί η επιτροπή για να πραγματοποιήσει όλον αυτό τον άθλο των καθηκόντων της, ένα, δύο, τρία η και περισσότερα χρόνια; Και επειδή η απάντηση δεν είναι εύκολη, προκύπτει αμέσως το τρίτο ερώτημα.
Μέχρι η επιτροπή να βγάλει το πόρισμά της, θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε τα χρέη μας; Οι πιστωτές μας θα έχουν την υπομονή να περιμένουν ή θα μας πιέζουν αφόρητα για την αποπληρωμή τους; Και αν ναι, θα κάνουμε στάση πληρωμών περιμένοντας να βγει η απόφαση;
Ερώτημα τέταρτο. Μετά το πόρισμα της ΕΛΕ, και με όποιο ποσό αποφασίσει αυτή ότι πρέπει να πληρώσουμε επειδή δεν είναι απεχθές, με ποιο πρωτογενές πλεόνασμα θα μπορέσουμε να κάνουμε «διαπραγμάτευση με τους πιστωτές μας» για να το αποπληρώσουμε; Και μην αρχίσουμε εδώ να βυζαντινολογούμε ότι, παράδειγμα, με τόσο ποσοστό ανάπτυξης, θα έχουμε τόσο ποσοστό πλεονάσματος, γιατί τότε πρέπει να μας εξηγήσουν πώς και σε πόσο χρόνο θα πραγματοποιηθεί αυτή η ανάπτυξη.
Τέλος και με βάση όλα τα παραπάνω, προκύπτει όχι μόνο ερώτημα, αλλά και απορία ταυτόχρονα. Γιατί θα πρέπει να πέσουμε σε όλο αυτό τον τακτικισμό; Γιατί δεν μπορούμε να προπαγανδίζουμε στην εργατική τάξη και στην κοινωνία γενικότερα την άρνηση πληρωμής του χρέους, αλλά να την οδηγούμε να ψάχνει να βρει ποιο είναι το επαχθές; Αν αυτό δεν είναι οπισθοχώρηση τότε τι είναι; Η δικαιολογία ότι αυτό χρησιμοποιείται σαν σκαλοπάτι για την ανάπτυξη της συνείδησης της εργατικής τάξης μόνο γέλια μπορεί να προκαλέσει, όταν κινήματα όπως το "Δεν πληρώνω δεν πληρώνω" ξεφυτρώνουν παντού σαν ραπανάκια.

Όσοι προτείνουν τέτοιες προπαγανδιστικές τακτικές πιστεύοντας ότι η εργατική τάξη είναι συγχυσμένη ας κοιτάξουν το καθρέπτη τους. Δεν θα απογοητευτούν γιατί στο πρόσωπο τους θα γνωρίσουν το μέγεθος της σύγχυσης της εργατικής τάξης. Όσες αυταπάτες έχει η εργατική τάξη πιστεύοντας ότι το σύστημα έχει μέλλον, άλλες τόσες αυταπάτες έχουν και αυτοί που της προτείνουν να βρει το επαχθές χρέος, να το σβήσει και να πληρώσει το υπόλοιπο, γιατί πιστεύουν ότι ο καπιταλισμός έχει τη δυνατότητα σήμερα να αναπτύξει παραπέρα της παραγωγικές δυνάμεις. Οι άνθρωποι βρίσκονται ακόμα πιο πίσω και απ’ τον Κέινς, όταν έλεγε ότι είναι προτιμότερο να φτωχύνουν εκατό τραπεζίτες, παρά εκατό εκατομμύρια πληθυσμού .